Όπως είναι γνωστό, δεν έχει τέλος η ταλαιπωρία των δανειοληπτών σε ελβετικό φράγκο, αφού η συναλλαγματική ισορροπία μεταξύ ευρώ και ελβετικού φράγκου δεν έχει αποκατασταθεί από το 2007, οπότε και έγινε η εισαγωγή της ρήτρας συναλλαγματικής ισοτιμίας σε ελβετικό φράγκο στις περισσότερες δανειακές συμβάσεις.
Δυστυχώς, τις πρώτες θετικές για τους δανειολήπτες δικαστικές αποφάσεις, διαδέχθηκαν απορριπτικές αποφάσεις του Αρείου Πάγου, που απέρριψαν τις νομικές βάσεις της αναπροσαρμογής των συμβατικών όρων με τις διατάξεις της προστασίας καταναλωτή, προστασίας επενδυτή και απρόοπτης μεταβολής συνθηκών.
Ωστόσο, έχει γίνει αντιληπτό και από την πολιτεία πλέον ότι πρόκειται για ένα υπαρκτό πρόβλημα που ταλανίζει μεγάλο μέρος των δανειοληπτών που φαίνεται ότι όσο και αν προσπαθούν να είναι συνεπείς, δεν θα καταφέρουν ποτέ να εξοφλήσουν αυτά τα δάνεια. Πληθαίνουν οι φωνές ότι πρέπει να επιδιωχθεί νομοθετική ρύθμιση, οι οποίες αποκρούονται με την πρόφαση των απορριπτικών αποφάσεων του ΑΠ.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, θεωρούμε λοιπόν ότι έχουν αναπτυχθεί οι κατάλληλες συνθήκες για την έκδοση ευνοϊκών δικαστικών αποφάσεων με διαφορετική όμως νομική βάση.
Έρεισμα δίνει η υπ’ αριθμ. 948/2021 απόφαση του Αρείου Πάγου, που θεωρούμε ότι δίνει την δυνατότητα σε δανειολήπτες που έλαβαν δάνεια σε Ελβετικό φράγκο να διεκδικήσουν την αναπροσαρμογή του δανείου τους με βάση τις διατάξεις περί της καλόπιστης -και σύμφωνα με τα χρηστά και συναλλακτικά ήθη- εκπλήρωσης της παροχής (288 Α.Κ.)
Το άρθρο 288 Α.Κ. επιτελεί διορθωτικό ρόλο στη σύμβαση και με βάση αυτό, ο δικαστής μπορεί να τροποποιήσει την εκπληρωτέα παροχή, έτσι ώστε η τελευταία να συμβαδίζει με τις επιταγές της συναλλακτικής καλής πίστης κατά το χρόνο εκπλήρωσής της. Η θεμελιώδης διαφορά μεταξύ του άρθρου 388 Α.Κ. -που χρησιμοποιούνταν μέχρι πρότινος ως κύρια νομική βάση στις αγωγές των δανειοληπτών ελβετικού φράγκου- και του άρθρου 288 Α.Κ., έγκειται στο γεγονός ότι προϋπόθεση για την εφαρμογή του 388 ΑΚ συνιστά η επιγενόμενη –της σύναψης συμβάσεως- ανυπαίτια, απρόοπτη και απρόσμενη μεταβολή των συνθηκών, η οποία καθιστά υπέρμετρα επαχθή την εκπλήρωση, ενώ το 288 ΑΚ τυγχάνει εφαρμογής και επί μεταβολής των συνθηκών με υπαιτιότητα του οφειλέτη, αλλά και σε περιπτώσεις όπου δεν συντρέχει η προϋπόθεση της υπέρμετρης επάχθειας.
Ο Άρειος Πάγος, απέρριψε την αίτηση αναίρεσης της Γενικής Ομοσπονδίας Καταναλωτών Ελλάδας ΙΝΚΑ (ΓΟΚΕ) ως προς τον λόγο που στηρίζεται στην διάταξη του άρθρου 288 Α.Κ., με την αιτιολογία ότι «Ενόψει των ανωτέρω, η συνδρομή ανάγκης εφαρμογής ή μη των σχετικών συμβάσεων, κατά το άρθρο 288 Α.Κ., θα πρέπει να κριθεί in concreto, βάσει του συνόλου των συνθηκών και περιστάσεων, υπό τις οποίες τελούν τα μέρη, στο πλαίσιο ατομικής αγωγής, με βάση την προαναφερθείσα διάταξη (288 Α.Κ.) και όχι in abstracto, στο πλαίσιο συλλογικής αγωγής, κατά την εκούσια δικαιοδοσία».
Συνεπώς, ερμηνεύοντας την ανωτέρω απόφαση στο σύνολό της, θεωρούμε ότι είναι πλέον εφικτή η in concreto εξέταση της κάθε περίπτωσης ατομικά, με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Οι αγωγές που θα ασκηθούν με αυτή την νομική βάση, θα είναι ατομικές και το αίτημά τους θα συνίσταται στην αναπροσαρμογή της δανειακής οφειλής με βάση το άρθρο 288 Α.Κ. και θα κατατείνουν στην ανάληψη εκ μέρους της δανείστριας τράπεζας όλου ή μέρους του συναλλαγματικού κινδύνου του εκάστοτε δανειολήπτη της κατόπιν σχετικής σταθμίσεως εκ μέρους του δικαστηρίου.
Για περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με την δυνατότητα άσκησης αγωγής, επικοινωνήστε μαζί μας στο 2103633104.
Δικηγορικά Γραφεία
KYROS LAW OFFICES