ΑΡΧΙΚΗPosts Tagged "λεπετε"

λεπετε Tag

Αναστάτωση έχει προκαλέσει τις τελευταίες ημέρες το γεγονός οτι στις πιστώσεις των επικουρικών συντάξεων που καταβάλει ο e-ΕΦΚΑ στους συνταξιούχους της ΕΤΕ δυνάμει του άρθρου 63 του ν.4680/2020, φέρεται σαν αιτιολογία της πίστωσης ο «ΛΕΠΕΤΕ».

Επ’αυτών, θέλουμε να υπενθυμίσουμε και να διευκρινίσουμε προς αποφυγή δημιουργίας εσφαλμένων εντυπώσεων τα εξής:

Η ανωτέρω αιτιολογία είναι αν μη τι άλλο ατυχής και άστοχη, αφού είναι γνωστό σε όλους (τράπεζα και e-ΕΦΚΑ) ότι η επικουρική σύνταξη που λαμβάνουν από τον e-ΕΦΚΑ οι συνταξιούχοι της ΕΤΕ, ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΜΙΑ ΣΧΕΣΗ με την συμβατική σχέση που είχαν οι συνταξιούχοι με την πρώην εργοδότριά τους και την επικουρική παροχή που ελάμβαναν δυνάμει αυτής.

Σε αυτή την σχέση ΔΕΝ ΕΠΕΝΕΒΗ ΠΟΤΕ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ, διότι αυτό θα ήταν αντισυνταγματικό και αντίθετο στο ευρωπαικό δίκαιο.

Μάλιστα αυτά τα υποστήριξε κατηγορηματικά και ο ίδιος ο e-ΕΦΚΑ στο ΣτΕ όπου άσκησε παρέμβαση για να απορριφθεί η αίτηση ακυρώσεως που άσκησαν οι συνταξιούχοι κατά του αρ.63 του ν. 4680/2020 (νόμος Βρούτση) με τον οποίο αντικαταστάθηκε ο προηγούμενος νόμος (νόμος «Πετρόπουλου»). Συγκεκριμένα ο δημόσιος φορέας διευκρινίζει και ΤΟΝΙΖΕΙ με την  Παρέμβασή του ενώπιον του ΣτΕ ότι δημιουργήθηκε με τις διατάξεις του άνω νόμου «… ΝΕΟΣ θεσμός επικούρησης για τους ασφαλισμένους του ΛΕΠΕΤΕ…» και ότι «Αυτός ο ΝΕΟΣ θεσμός επικούρησης  ουδεμία σχέση έχει με τη συμβατική σχέση που είχαν μεταξύ τους οι αιτούντες με την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος και τις μεταξύ τους συμφωνίες», αλλά και ότι «… ο e-ΕΦΚΑ «..ουδέποτε έλαβε εισφορές», προφανώς από την τράπεζα, για τις παροχές που μας αναλογούν. (απόσπασμα από το δικόγραφο του e-ΕΦΚΑ που προσκομίζουμε και στα δικαστήρια)

Θυμίζουμε ότι η παρέμβαση αυτή του eEΦΚΑ  έγινε υπέρ του κύρους-ισχύος της άνω διάταξης του  αρ.63 του ν. 4680/2020 (νόμος Βρούτση) και προκειμένου να απορριφθούν αιτήσεις ακυρώσεως κατά του νόμου που ασκήθηκαν από συνταξιούχους και δικαιούχους της επικουρικής παροχής της ΕΤΕ, όπως εμείς.

Μερίδα των συνταξιούχων με τις αιτήσεις ακυρώσεως προέβαλαν ότι με την ανωτέρω διάταξη ο νομοθέτης επενέβη αντισυνταγματικά στην συνεστημένη  συμβατική σχέση τους με την τράπεζα καθώς η επικουρική σύνταξη που θα λαμβάνουν στο εξής από τον κρατικό φορέα υπολείπεται κατά πολύ από την επικουρική παροχή που ελάμβαναν από την τράπεζα μέσω του ΛΕΠΕΤΕ, ότι η επικουρική παροχή που ελάμβαναν από την τράπεζα μετατρέπεται σε επικουρική σύνταξη και ότι καταργείται ο λογαριασμός επικούρησης.

Οι άνω αιτήσεις ακυρώσεως συζητήθηκαν στην Ολομέλεια του ΣτΕ στις 5/2/2021 και το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο απέρριψε τις αιτήσεις κρίνοντας (Ολ ΣτΕ 431/2022, 432/2022)  με τις κάτωθι σκέψεις του ότι (οι υπογραμμίσεις είναι δικές μας) :

(21) Επειδή, στο άρθρο 22 παρ.5 του Συντάγματος ορίζεται ότι : “To Κράτος μεριμνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, όπως νόμος ορίζει». Με τη διάταξη αυτή ο συντακτικός νομοθέτης περιέβαλε με συνταγματικό κύρος την αρχή της κοινωνικής ασφάλισης με γνώμονα την ασφαλιστική κάλυψη ολόκληρου του εργαζόμενου πληθυσμού της Χώρας και την προστασία του ασφαλιστικού κεφαλαίου και ανέθεσε την εξειδίκευσή της ανάλογα με τις περιστάσεις στον κοινό νομοθέτη, ο οποίος κατά την επιδίωξη του σκοπού αυτού έχει ευρεία εξουσία για την ρύθμιση των σχετικών θεμάτων, υποκείμενος μόνο σε περιορισμούς που επιβάλλονται από άλλες συνταγματικές διατάξεις…. Η  μόνη δέσμευση που επέβαλε ο συντακτικός νομοθέτης σχετικά με τη μορφή του ασφαλιστικού φορέα εκεί όπου ο νόμος καθιερώνει την υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση (κύρια ή επικουρική) και θεσπίζει την υποχρεωτική καταβολή ασφαλιστικής εισφοράς, είναι η παροχή της κοινωνικής ασφαλίσεως είτε μόνο από το Κράτος είτε από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (ΑΕΔ 87/1997, ΣτΕ Ολομ. 1889-1891/2019, 2287/2015, 3096-3101-2011, 2690, 2692/1993, 5024/1987 κ.α.). Εξάλλου, ο νομοθέτης, κατ’εφαρμογή του άρθρου 22 παρ.5 του Συντάγματος, δύναται να δημιουργεί ασφαλιστικούς φορείς, υπάγοντας υποχρεωτικώς σε αυτούς κατηγορίες εργαζομένων και συνταξιούχων, έστω και αν αυτοί καλύπτονται ασφαλιστικώς από ταμεία, στηριζόμενα στην ιδιωτική βούληση, και, μάλιστα, ανεξαρτήτως, των συμφωνιών μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών, εφόσον ούτε διαλύονται τα ταμεία, στηρίζονται στην ιδιωτική βούληση, και, μάλιστα, ανεξαρτήτως των συμφωνιών μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών, εφόσον ούτε διαλύονται τα ταμεία αυτά ούτε αφαιρείται η περιουσία τους (ΣτΕ 2197-2201/2010 Ολομ. 3689/2015 7μ)

(22) … Στην κατά τα ανωτέρω έννοια της περιουσίας, η οποία έχει αυτόνομο περιεχόμενο, ανεξάρτητο από την τυπική κατάταξη των επιμέρους περιουσιακών δικαιωμάτων στο εσωτερικό δίκαιο, περιλαμβάνονται όχι μόνο τα εμπράγματα δικαιώματα, αλλά και όλα τα δικαιώματα «περιουσιακής φύσεως», καθώς και τα κεκτημένα «οικονομικά συμφέροντα». Καλύπτονται, κατ’αυτό τον τρόπο, και τα ενοχικής φύσεως περιουσιακά δικαιώματα και, ειδικότερα, απαιτήσεις που απορρέουν από έννομες σχέσεις του δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου …. . Τέτοιο δικαίωμα υφίσταται και στην περίπτωση κατά την οποία ο εργοδότης έχει αναλάβει υποχρέωση σύνταξης υπό προυποθέσεις που μπορεί να θεωρηθούν εότι αποτελούν μέρος της σύμβασης εργασίας (ΕΔΔΑ, απόφαση της 2.2.2020,Aizpurua Ortiz κατά Ισπανίας, αριθ.προσφυ.42430/05).

 (24) Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει και από την προαναφερόμενη (βλ.σκέψη 12) αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας, με την οποία εισήχθησαν στη Βουλή οι διατάξεις του μετέπειτα άρθρου 63 του ν.4680/2020, ο νομοθέτης, λαμβάνοντας υπόψη ότι από το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2017 ο ΛΕΠΕΤΕ έπαψε να καταβάλλει τις προβλεπόμενες στον Κανονισμό λειτουργίας του παροχές επικούρησης, ενέταξε οριστικά  τους ασφαλισμένους και τους συνταξιούχους του ΛΕΠΕΤΕ στον δημόσιο φορέα επικουρικής ασφάλισης, σύμφωνα με τις κατά τα ανωτέρω επιταγές του άρθρου 22 παρ.5 του Συντάγματος, και προσδιόρισε τους ειδικότερους όρους της ιδρυθείσας κοινωνικοασφαλιστικής σχέσης δημοσίου δικαίου μεταξύ των ανωτέρω και του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του e-ΕΦΚΑ. Συνεπώς, με τις επίμαχες διατάξεις δεν καταργείται ο ΛΕΠΕΤΕ ούτε επιχειρείται μετατροπή ενοχικών αξιώσεων εργαζομένων κατά εργοδότη σε δημοσίου δικαίου δικαίωμα λήψης επικουρικής σύνταξης ή επέμβαση σε τυχόν υφιστάμενο περιουσιακό δικαίωμα των αιτούντων για λήψη της προβλεπόμενης από τον Κανονισμό Λειτουργίας του ΛΕΠΕΤΕ ιδιωτικού δικαίου παροχής, αλλά η το πρώτον σύσταση δημοσίου δικαίου σχέσης κοινωνικής ασφάλισης, κατά τρόπο οριστικό, υπό τους όρους που καθορίζουν οι ίδιες οι επίμαχες διατάξεις, λαμβανομένης υπόψη της παύσης πληρωμών από τον ως άνω ειδικό λογαριασμό και της υποχρεώσεως του Κράτους να εξασφαλίσει την απρόσκοπτη και χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση χορήγηση και στη συγκεκριμένη κατηγορία ασφαλισμένων και συνταξιούχων επικουρικής σύνταξης, όπως συμβαίνει και για τους υπόλοιπους ασφαλισμένους και συνταξιούχους.Ως εκ τούτου, o παρατιθέμενος στην
προηγούμενη σκέψη λόγος ακυρώσεως, κατά το μέρος που με αυτόν προβάλλεται παραβίαση των περιουσιακών δικαιωμάτων των αιτούντων ως εκ της καταργήσεως του ΛΕΠΕΤΕ, της αναγκαστικής υπαγωγής τους στον δημόσιο φορέα επικουρικής ασφάλισης και της καταβολής επικουρικής σύνταξης μικρότερου ύψους σε σχέση με την προβλεπόμενη στον Κανονισμό Λειτουργίας του ΛΕΠΕΤΕ παροχή, είναι απορριπτέος, διότι ερείδεται επί της εσφαλμένης εκδοχής ότι, δυνάμει των επίμαχων διατάξεων τουάρθρου 63 του ν. 4680/2020, καταργήθηκε ο ΛΕΠΕΤΕ και ότι οι τυχόν ενοχικές αξιώσεις των ασφαλισμένων και συνταξιούχων του ΛΕΠΕΤΕ έναντι της ΕΤΕ περί των οποίων
(αξιώσεων) αρμόδια να κρίνουν είναι τα πολιτικά δικαστήρια – αντικαταστάθηκαν με δικαίωμα λήψης επικουρικής σύνταξης, καθ’ υποκατάσταση της οφειλέτριας (κατά τους
ισχυρισμούς των αιτούντων) τράπεζας από τον δημόσιο φορέα επικουρικής ασφάλισης. Εξάλλου, πέραν του ότι, κατά τα ανωτέρω, με το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ δεν προστατεύεται δικαίωμα σε σύνταξη ορισμένου ποσού, δεν προκύπτει από το Σύνταγμα ή άλλη υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη υποχρέωση του Κράτους για καταβολή επικουρικής σύνταξης ανάλογου ύψους με το οριζόμενο στον Κανονισμό Λειτουργίας του ΛΕΠΕΤΕ (αλλά και κάθε άλλου παρόμοιου ειδικού λογαριασμού) ύψος των παροχών επικούρησης και, κατά συνέπεια, υποχρέωση ικανοποίησης των αξιώσεων των συνταξιούχων του ΛΕΠΕΤΕ, που τυχόν απορρέουν από τις συμβατικές σχέσεις τους με την ΕΤΕ, από τον επιφορτισμένο με την επικουρική ασφάλιση των εργαζομένων δημόσιο φορέα (πρβλ. ΕΔΔΑ, Aizpurua Ortiz κατά Ισπανίας
)

 (25) Επειδή, οι αιτούντες προβάλλουν επίσης ότι η, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 63 του ν. 4680/2020, κατάργηση του ΛΕΠΕΤΕ και η αναγκαστική υπαγωγή των συνταξιούχων του εν λόγω Ειδικού Λογαριασμού στον δημόσιο φορέα επικουρικής ασφάλισης, με συνέπεια τη μετατροπή των ενοχικών αξιώσεων τους για λήψη επικουρικών παροχών του ΛΕΠΕΤΕ σε δικαίωμα λήψης ουσιωδώς μειωμένης επικουρικής σύνταξης από τον δημόσιο φορέα κοινωνικής ασφάλισης, αποτελεί αντίθετη στο άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος επέμβαση του νομοθέτη σε συνεστημένη συμβατική σχέση μεταξύ της ΕΤΕ και των εργαζομένων της. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δεδομένου ότι, όπως εκτέθηκε και στην προηγούμενη σκέψη, η υπαγωγή των ασφαλισμένων και συνταξιούχων του ΛΕΠΕΤΕ στην επικουρική ασφάλιση του δημοσίου φορέα κοινωνικής ασφάλισης υπαγορεύθηκε από τους παραναφερθέντες λόγους δημοσίου και κοινωνικού συμφέροντος, συνισταμένους στην εξασφάλιση της απρόσκοπτης επικουρικής ασφαλιστικής κάλυψής τους μετά τη διακοπή καταβολής της παροχής του ΛΕΠΕΤΕ από τον Δεκέμβριο του έτους 2017, η δε εφεξής λειτουργία και η τύχη της τυχόν περιουσίας του ΛΕΠΕΤΕ δεν αποτέλεσε αντικείμενο ρύθμισης εκ μέρους του νομοθέτη, ο οποίος δεν τον διέλυση ούτε αφαίρεσε περιουσιακά του στοιχεία, ενώ τυχόν ενοχικές αξιώσεις των ασφαλισμένων και συνταξιούχων του ΛΕΠΕΤΕ κατά της ΕΤΕ δεν μετετράπησαν σε δημοσίου δικαίου δικαίωμα λήψης επικουρικής σύνταξης από τον δημόσιο φορέα επικουρικής ασφάλισης. Διαφορετικό δε είναι το ζήτημα αν ο ως άνω Λογαριασμός έχει καταστεί στην πράξη ανενεργός λόγω της οικονομικής του κατάστασης ενόψει του τρόπου  χρηματοδότησής του.

 (31).. δεν προκύπτει από το Σύνταγμα ή άλλη υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη υποχρέωση του Κράτους για καταβολή επικουρικής σύνταξης αναλόγου ύψους με την προβλεπόμενη σε κανονισμό λειτουργίας λογαριασμού ιδιωτικού δικαίου, όπως είναι ο ΛΕΠΕΤΕ… διότι,  όπως έχει ήδη εκτεθεί, με το αρ. 63 του ν. 4680/2020 δεν καταργήθηκε ο ΛΕΠΕΤΕ, ούτε μετετράπησαν τυχόν ενοχικές αξιώσεις των υπαγομένων σε αυτόν κατά της ΕΤΕ σε επικουρική σύνταξη.

(33)  Επειδή, τέλος, οι αιτούντες προβάλλουν ότι οι διατάξεις του άρθρου 63 του Ν. 4680/2020 παραβιάζουν τις διατάξεις των άρθρων 101,102 και 106 παρ. 1 και 2 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας την οποία προβλέπει το άρθρο 4 παρ. 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, διότι η μετακύλιση των υποχρεώσεων της ΕΤΕ έναντι των συνταξιούχων του ΛΕΠΕΤΕ και του ίδιου του ΛΕΠΕΤΕ στον δημόσιο φορέα επικουρικής ασφάλισης και, συνακόλουθα, η μετατροπή μιας συμβατικής σχέσης μεταξύ ιδιωτών (ΕΤΕ-δικαιούχων ΛΕΠΕΤΕ) σε σχέση δημοσίου δικαίου, προς οικονομικό όφελος της ΕΤΕ, συνεπάγονται στρέβλωση του ανταγωνισμού υπέρ της ΕΤΕ. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, διότι, ανεξαρτήτως αν προβάλλεται με έννομο συμφέρον από τους αιτούντες, στηρίζεται στην εσφαλμένη (σύμφωνα με τα ήδη ανωτέρω αναλυτικώς εκτεθέντα) εκδοχή ότι, δυνάμει των επίμαχων διατάξεων του άρθρου 63 του Ν. 4680/2020, οι τυχόν ενοχικές αξιώσεις των συνταξιούχων του ΛΕΠΕΤΕ έναντι της ΕΤΕ αντικαταστάθηκαν με δικαίωμα λήψης επικουρικής σύνταξης, καθ’ υποκατάσταση της οφειλέτριας (κατά τους ισχυρισμούς των αιτούντων) τράπεζας από τον κρατικό φορέα επικουρικής ασφάλισης)

Από τις ανωτέρω απόψεις του δημόσιου φορέα ασφάλισης προκύπτει ότι και το Κράτος -διαχρονικά- ΔΕΝ θεωρεί τον ΛΕΠΕΤΕ φορέα κοινωνικής ασφάλισης, αλλά προιόν ιδιωτικής συμφωνίας. Θεωρεί ότι με τις διατάξεις του αρ.63 του ν.4680/2020 δημιουργείται για πρώτη φορά κοινωνικο-ασφαλιστική σχέση δημόσιου υποχρεωτικού χαρακτήρα, η οποία είναι εντελώς ανεξάρτητη και δεν έχει καμία σχέση με τις αξιώσεις των συνταξιούχων από την συμβατική σχέση τους με την ΕΤΕ και το δικαίωμα λήψης επικούρησης από αυτήν.

Το ΣτΕ επιβεβαιώνει τα ανωτέρω με τις κρίσεις του στις αποφάσεις 431 και 432/2022 σε ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ).

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, που τίθενται υπόψη και των δικαστηρίων και καταρρίπτουν περίτρανα τους ισχυρισμούς της ΕΤΕ, θεωρούμε ότι δεν υφίσταται κανένας λόγος ανησυχίας για την πορεία δικών που είναι σε εξέλιξη και ότι ο δημόσιος φορέας θα διορθώσει την «αστοχία» του, που βρίσκεται στον αντίποδα τόσο των δικών του δηλώσεων όσο και των κρίσεων της Ολομέλειας του ΣτΕ.

Στις 8/3/2022 συζητείται ενώπιον του Αρείου Πάγου νέα αναίρεση της ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ κατά απόφασης του Εφετείου Αθηνών που δέχθηκε εν μέρει τις αγωγές των δικαιούχων επικούρησης.

Η Τράπεζα προσπαθεί εκ νέου να ισχυριστεί στο ΑΠ οτι ο Λογαριασμός ΛΕΠΕΤΕ είναι φορέας επικουρικής κοινωνικής ασφάλισης και όχι μετεργασιακή αμοιβή, παρά το γεγονός ότι αυτός ο ισχυρισμός στην πραγματικότητα απορρίφθηκε από τον Άρειο Πάγο σε προηγούμενη αναίρεσή της.

Όπως σας έχουμε ενημερώσει με παλαιότερες ανακοινώσεις μας, στο πλαίσιο εφέσεων που έχουν συζητηθεί, έχουμε υποβάλει αίτημα να γίνουν Προδικαστικά Ερωτήματα προς το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αναμένουμε την απόφαση του δικαστηρίου επ’αυτών.

Το αυτό αίτημα θα υποβληθεί και ενώπιον του Αρείου Πάγου, δεδομένου ότι με τις αγωγές μας ζητούμε να αναγνωριστεί ότι οι επικουρικές παροχές των δικαιούχων του προγράμματος επικούρησης, αποτελούν συμβατική υποχρέωση της τράπεζας και προστατεύονται ως αμοιβή.

Είμαστε αισιόδοξοι για την τελική έκβαση, διότι από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει σχηματισθεί συμπαγής και διαχρονική νομολογία αναφορικά με το νομικό ζήτημα του ποιες εργοδοτικές παροχές εμπίπτουν στην έννοια της «αμοιβής» και δη της «μετεργασιακής αμοιβής» που οφείλονται από τον εργοδότη και προστατεύονται από το ευρωπαικό δίκαιο.

Τη σχετική νομολογία την επικαλούμαστε και την προσκομίζουμε σε όλα τα δικαστήρια και στον Άρειο Πάγο.

Σημειωτέον ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί ανώτατο δικαστήριο και η κρίση του επί των τιθέμενων υπόψη του ζητημάτων θα δεσμεύσει τα εθνικά δικαστήρια που θα κρίνουν τα ίδια νομικά θέματα σε όλους τους βαθμούς δικαιοδοσίας.

Περαιτέρω σας ενημερώνουμε ότι γίνεται κανονικότατα η κατάθεση ενδίκων μέσων κατά απορριπτικών αποφάσεων ώστε να ευνοηθούν όλοι οι εντολείς μας από κάθε θετική εξέλιξη στην υπόθεση.

Για οποιαδήποτε περαιτέρω πληροφορία και ειδικότερη ενημέρωση, οι ενδιαφερόμενοι να επικοινωνούν με τα γραφεία μας.

 

ΧΑΜΕΝΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΔΟΘΗΚΕ ΠΟΤΕ !

Αρχικώς, σας ενημερώνουμε πως εκδικάσθηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών η Έφεση εντολέων μας κατά της Εθνικής Τράπεζας για την υπόθεση ΛΕΠΕΤΕ, ενώπιον του 5ου Τμήματος στις 18/05/2021.

Στο πλαίσιο όλων των συναφών δικών που χειριζόμαστε και βρίσκονται σε εξέλιξη και οδεύουν σταδιακά προς τον Άρειο Πάγο κατόπιν Αιτήσεων Αναιρέσεως που πρόκειται να κατατεθούν, αποφασίσαμε να ζητήσουμε από το Εφετείο στο οποίο εκκρεμεί η ανωτέρω έφεση, να υποβάλει Προδικαστικά Ερωτήματα προς το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Και τούτο διότι : Με την πανομοιότυπη νομική βάση όλων των αγωγών μας, ζητούμε να αναγνωριστεί η υποχρέωση της ΕΤΕ να καταβάλει τις επικουρικές παροχές των δικαιούχων του προγράμματος επικούρησης, ως συμβατική-μετεργασιακή της υποχρέωση από την σύμβαση εργασίας. Όπως ισχυριζόμαστε και αποδεικνύουμε σε όλους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, η παροχή που η ΕΤΕ κατέβαλε μέσω του ΛΕΠΕΤΕ συνιστά αμοιβή, μετ’ εργασιακής φύσεως, και ως εκ τούτου αποτελεί συμβατική υποχρέωση του εργοδότη, δηλαδή της ΕΤΕ να την καταβάλει και πως η υποχρέωση αυτή είναι ανεξάρτητη από την οικονομική κατάσταση του λογαριασμού αλλά και από τον τυχόν χαρακτηρισμό της παροχής ως κοινωνικοασφαλιστικής.

Από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει σχηματισθεί συμπαγής και διαχρονική νομολογία αναφορικά με το νομικό ζήτημα του ποιες εργοδοτικές παροχές εμπίπτουν στην έννοια της «αμοιβής» και δη της «μετεργασιακής αμοιβής» που οφείλονται από τον εργοδότη και προστατεύονται από το ευρωπαικό δίκαιο . Την νομολογία αυτή, την έχουμε συλλέξει,  την προσκομίζουμε και την επικαλούμαστε σε όλα τα δικαστήρια και την επικαλεστήκαμε και στον Άρειο Πάγο, διότι θεωρούμε ότι είναι ευνοική για τα συμφέροντα των εντολέων μας.

Ωστόσο παρατηρούμε ότι υπάρχει η τάση από τα δικαστήρια να μεταθέτουν το νομικό ζήτημα που τίθεται με τις αγωγές μας, από το ζήτημα της προστατευόμενης μετεργασιακής αμοιβής, που αποτελεί πρόσθετο όρο της συμβάσεως εργασίας, στο ζήτημα της δημιουργίας ή μη επιχειρησιακής συνήθειας από την διαχρονική κάλυψη εκ μέρους της ΕΤΕ των ελλειμμάτων του λογαριασμού επικούρησης και στο αν κατά το χρόνο δημιουργίας της υποτιθέμενης επιχειρησιακής συνήθειας είχαν οι ενάγοντες ενεργή σύμβαση εργασίας με την ΕΤΕ ή όχι. Αυτή η «μετατόπιση» είναι εσφαλμένη και αυθαίρετη, διότι εμείς δεν επικαλεστήκαμε και δεν θεμελιώσαμε, ούτε καν επικουρικά, την αγωγή μας σ’αυτόν τον ισχυρισμό.

Προκειμένου λοιπόν να επαναφέρουμε την υπόθεση στην ορθή της διάσταση ώστε να κριθούν τα ουσιαστικά ζητήματα που έχουμε θέσει με τις αγωγές μας και μάλιστα με τρόπο ομοιόμορφο και δεσμευτικό για όλες τις αγωγές μας που εκκρεμούν σε όλους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, αλλά και να τονίσουμε την σοβαρότητα των παραβιάσεων του ευρωπαικού δικαίου από την ΕΤΕ αλλά και τα ελληνικά δικαστήρια, ζητήσαμε από το Εφετείο να υποβάλλει Προδικαστικά Ερωτήματα προς το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφορικά με τα ζητήματα που άπτονται της ερμηνείας και της εφαρμογής κανόνων του Ευρωπαικού Δικαίου και αφορούν τον νομικό χαρακτηρισμό της «αμοιβής» και τις απορρέουσες εξ αυτού υποχρεώσεις.

Σημειωτέον ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί ανώτατο δικαστήριο και η κρίση του επί των τιθέμενων υπόψη του ζητημάτων θα δεσμεύει τα εθνικά δικαστήρια που θα κρίνουν τα ίδια νομικά θέματα.

Η ανάγκη για υποβολή προδικαστικών ερωτημάτων κατέστη εντονότερη μετά την «απροθυμία» του Αρείου Πάγου να επιλύσει οριστικά το ζήτημα.

Κρίνουμε ότι το αίτημά μας για υποβολή προδικαστικού ερωτήματος στο ΔΕΕ, εφόσον γίνει δεκτό από το Εφετείο, θα προσδώσει άλλη δυναμική στην υπόθεση και θα εξοικονομήσει αφ’ενός χρόνο ως προς την τελική έκβαση της υπόθεσης και αφ’ετέρου έξοδα από τις μελλοντικές νομικές ενέργειες που επιβαρύνουν τους εντολείς μας.

ΧΑΜΕΝΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΔΟΘΗΚΕ ΠΟΤΕ!

Την Τρίτη, 26/01/2021 συζητήθηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών η έφεση που είχε καταθέσει η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος κατά της υπ’ αριθμ. 243/2020 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία δέχθηκε ότι η επικούρηση του ΛΕΠΕΤΕ δεν αποτελεί  επικουρική σύνταξη, αλλά μισθολογική εργοδοτική παροχή που οφείλει να καταβάλει η Εθνική Τράπεζα και όχι ο ΛΕΠΕΤΕ, ο οποίος δεν είναι Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης .

Η δικηγορική μας εταιρεία συνεχίζει λοιπόν ακάθεκτη στην εκδίκαση όλων των υποθέσεων ενώπιον του Εφετείου  με δύναμη και αποφασιστικότητα!

Την Τρίτη, 12/01/2021 συζητήθηκαν ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών δύο εφέσεις που είχε καταθέσει η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος κατά των υπ’ αριθμ. 2413/2019 και 706/2020 αποφάσεων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, οι οποίες δέχθηκαν αμφότερες πως η επικούρηση του ΛΕΠΕΤΕ δεν αποτελεί  επικουρική σύνταξη, αλλά μισθολογική εργοδοτική παροχή που οφείλει να καταβάλει η Εθνική Τράπεζα και όχι ο ΛΕΠΕΤΕ, ο οποίος δεν είναι Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης .

Η δικηγορική μας εταιρεία συνεχίζει λοιπόν ακάθεκτη στην εκδίκαση όλων των υποθέσεων ενώπιον του Εφετείου  με δύναμη και αποφασιστικότητα!

Σας ενημερώνουμε ότι η προθεσμία συμμετοχής στην αίτηση ακύρωσης κατά του Νόμου Βρούτση παρατείνεται έως και την Παρασκευή 24/07/2020.

Επιπλέον, η προθεσμία συμμετοχής στις αγωγές κατά του ΕΦΚΑ για τον επανυπολογισμό των κυρίων συντάξεών σας παρατείνεται έως και την Παρασκευή 31/07/2020.

Η υπ’ αριθμ. 3550/2020 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών που εξεδόθη επί της εφέσεως 40 εντολέων μας (δικάσιμος: 10/12/2019) κατά της απορριπτικής υπ’ αριθμ. 2421/2018 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Διαδικασία Περιουσιακών – Εργατικών Διαφορών) δέχθηκε τα εξής:

  • Ότι ο ΛΕΠΕΤΕ συνιστά συμβατικής προέλευσης ειδικό λογαριασμό συγκέντρωσης περιουσίας, ο οποίος στερείται νομικής προσωπικότητος και έχει ως βασικό σκοπό τη μετεργασιακή επικούρηση των αποχωρούντων από την ενεργό υπηρεσία υπαλλήλων της ΕΤΕ.
  • Ότι ο ΛΕΠΕΤΕ λειτουργεί επί 70 περίπου έτη ως εσωτερική υπηρεσία της ΕΤΕ στελεχωμένη από υπαλλήλους της, οι οποίοι ορίζονται κάθε φορά από το Δ/ντα Σύμβουλο της εναγομένης και Πρόεδρο της Διαχειριστικής Επιτροπής του ΛΕΠΕΤΕ.
  • Ότι ο ΛΕΠΕΤΕ δεν συνιστά φορέα κοινωνικής ασφάλισης, ενόψει του ότι ουδέποτε υπήρξε στον εν λόγω λογαριασμό οιαδήποτε κρατική εποπτεία ή παρέμβαση τόσο κατά την ίδρυσή του όσο και κατά τη λειτουργία του και ιδίως τη χρηματοδότησή του.
  • Ότι ουδέποτε εφαρμόσθηκαν επί του Λογαριασμού οι διατάξεις του ν. 2084/1992.
  • Ότι η προβλεπόμενη από τον Κανονισμό Επικούρησης μηνιαία επικούρηση δεν έχει το χαρακτήρα επικουρικής σύνταξης, αλλά εργοδοτικής παροχής, που έχει καταστεί περιεχόμενο των ατομικών συμβάσεων εργασίας του προσωπικού της ΕΤΕ.
  • Ότι το έτος 1995 καταργήθηκε η δυνατότητα μείωσης των επικουρήσεων κατόπιν απόφασης της ΔΕ του ΛΕΠΕΤΕ και έγκρισης του Δ/ντος Συμβούλου της εναγομένης και δεν υπόκειται πλέον στη διακριτική ευχέρεια των οργάνων διαχείρισης του ΛΕΠΕΤΕ η περικοπή του ύψους των καταβαλλόμενων επικουρήσεων στους δικαιούχους.
  • Ότι η ανάγκη χρηματοδότησης του ΛΕΠΕΤΕ προέκυψε το 2005 και οι ζημίες οι οποίες έπρεπε να καλυφθούν οφείλονταν μεταξύ άλλων στις αποφασισθείσες αυξήσεις των καταβαλλομένων επικουρήσεων σε όλους τους εξερχομένους.
  • Ότι η ανασυγκρότηση της Επενδυτικής Επιτροπής του ΛΕΠΕΤΕ ώστε να συμμετέχουν σε αυτή δύο υψηλόβαθμα διευθυντικά στελέχη της ΕΤΕ και να συνεργάζονται με το Δ/ντα Σύμβουλο της ΕΤΕ και Πρόεδρο της ΔΕ του ΛΕΠΕΤΕ, έγινε με προσπάθεια την οικονομική ενδυνάμωση του ΛΕΠΕΤΕ με επενδυτικές κινήσεις που οδήγησαν στην κατηγοριοποίησή του σε «επαγγελματία πελάτη».
  • Ότι ενώ μοναδικός σκοπός της Επιτροπής αυτής ήταν η επωφελής τοποθέτηση διαθεσίμων κεφαλαίων του λογαριασμού, αυτά διατέθηκαν αποκλειστικά σε μετοχές της ΕΤΕ με αποτέλεσμα, όταν με την πάροδο των ετών μειώθηκε ραγδαία η αξία των εν λόγω μετοχών, να μειωθούν αναλόγως τα αποθεματικά του και να σημειωθούν τα πρώτα ταμειακά ελλείμματά του.
  • Ότι στην οικονομική αποδυνάμωσή του συνέτειναν περαιτέρω οι επιχειρηματικές αποφάσεις της τράπεζας να εξαγγείλει προγράμματα εθελουσίας εξόδου των εργαζομένων της για να επιτύχει μείωση των δαπανών της από μισθολογικό κόστος και ότι από την εφαρμογή αυτών των προγραμμάτων ο ΛΕΠΕΤΕ απώλεσε σημαντικό ποσοστό των πόρων του.
  • Ότι από το 2005 και μετά τα έξοδα του λογαριασμού άρχισαν να υπερβαίνουν βαθμιαία τα έσοδά του γεγονός που οδήγησε σε κίνδυνο βιωσιμότητάς του και σε οξύ πρόβλημα ταμειακής ρευστότητας ως προς την απρόσκοπτη καταβολή των μηνιαίων επικουρήσεων στους δικαιούχους.
  • Ότι από το έτος 2007 έως το έτος 2017 ακολουθήθηκε αδιάλειπτη χρηματοδότηση του λογαριασμού εκ μέρους της ΕΤΕ με την καταβολή πέραν της εισφοράς της 9 %, των απαιτούμενων κάθε φορά ταμειακών ελλειμμάτων του λογαριασμού, ώστε να καθίσταται εφικτή η συνέχιση καταβολής των προβλεπόμενων επικουρήσεων στους δικαιούχους του ΛΕΠΕΤΕ.
  • Ότι για τις ανωτέρω καταβολές καταρτίσθηκαν “ιδιωτικά συμφωνητικά” συμβάσεων δανείων. Αυτές οι επικαλούμενες από την ΕΤΕ συμβάσεις δανείων είναι άκυρες καθώς καταρτίσθηκαν εκ μέρους της με αντισυμβαλλόμενο το ΛΕΠΕΤΕ, ο οποίος ως μη αυτοτελές νομικό πρόσωπο δεν διαθέτει νομική προσωπικότητα ούτε ικανότητα διαδίκου και ως εκ τούτου στερείται δικαιοπρακτικής ικανότητας για την ανάληψη συμβατικής ευθύνης από την κατάρτιση δανείου.
  • Ότι ακόμα και αν υποτεθεί ότι συνήφθησαν οι ανωτέρω συμβάσεις θα ήταν εικονικές και άρα άκυρες. Στην πραγματικότητα δε, αυτές αποτελούσαν οικειοθελείς παροχές της ΕΤΕ.
  • Ότι από τη γενική, μακροχρόνια και ομοιόμορφη συμπεριφορά της εναγομένης να καλύπτει επί 11 τουλάχιστον συναπτά έτη τα ταμειακά ελλείμματα του ΛΕΠΕΤΕ καταρτίσθηκε μεταξύ ΕΤΕ και εργαζομένων σιωπηρή συμφωνία, δυνάμει της οποίας η εναγομένη δεσμεύτηκε να χρηματοδοτεί και στο μέλλον το λογαριασμό. Με την αιφνίδια διακοπή του ΛΕΠΕΤΕ αθέτησε η ΕΤΕ τη συμβατική της υποχρέωση.
  • Ότι ουδέποτε κατέστη γνωστό στους εργαζομένους της ΕΤΕ ούτε ενημερώθηκαν καθ’ οιονδήποτε τρόπο από αυτή για το ενδεχόμενο διακοπής της καταβολής των επικουρήσεων στο μέλλον.
  • Ότι αναγνωρίζει την άνευ χρονικού περιορισμού υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλλει στους εκκαλούντες τις προβλεπόμενες μηνιαίες επικουρήσεις σύμφωνα με το αιτητικό της αγωγής.
  • Ότι η ΕΤΕ οφείλει να καταβάλει στους εκκαλούντες το ποσό που αντιστοιχεί σε οκτώ και μισή επικουρήσεις για το διάστημα από το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2017 έως το μήνα Ιούνιο του έτους 2018 (επτά επικουρήσεις) συμπεριλαμβανομένων Δώρου Χριστουγέννων 2017 (μία επικούρηση) και Δώρου Πάσχα (μισή επικούρηση), το ύψος των οποίων δεν αμφισβήτησε ειδικά η τράπεζα.

Η υπ’ αριθμ. 706/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Διαδικασία Περιουσιακών – Εργατικών Διαφορών) εξεδόθη επί αγωγής 46 εντολέων μας κατά της ΕΤΕ, η οποία εκδικάσθηκε στις 19/05/2019.

Η απόφαση αυτή δέχθηκε τα εξής:

  • Ότι ο ΛΕΠΕΤΕ συνιστά συμβατικής προέλευσης ειδικό λογαριασμό συγκέντρωσης περιουσίας, ο οποίος στερείται νομικής προσωπικότητος και έχει ως βασικό σκοπό τη μετεργασιακή επικούρηση των αποχωρούντων από την ενεργό υπηρεσία υπαλλήλων της ΕΤΕ.
  • Ότι ο ΛΕΠΕΤΕ λειτουργεί επί 70 περίπου έτη ως εσωτερική υπηρεσία της ΕΤΕ στελεχωμένη από υπαλλήλους της, οι οποίοι ορίζονται κάθε φορά από το Δ/ντα Σύμβουλο της εναγομένης και Πρόεδρο της Διαχειριστικής Επιτροπής του ΛΕΠΕΤΕ.
  • Ότι ο ΛΕΠΕΤΕ δεν συνιστά φορέα κοινωνικής ασφάλισης, ενόψει του ότι ουδέποτε υπήρξε στον εν λόγω λογαριασμό οιαδήποτε κρατική εποπτεία ή παρέμβαση τόσο κατά την ίδρυσή του όσο και κατά τη λειτουργία του και ιδίως τη χρηματοδότησή του.
  • Ότι ουδέποτε εφαρμόσθηκαν επί του Λογαριασμού οι διατάξεις του ν. 2084/1992.
  • Ότι η προβλεπόμενη από τον Κανονισμό Επικούρησης μηνιαία επικούρηση δεν έχει το χαρακτήρα επικουρικής σύνταξης, αλλά εργοδοτικής παροχής, που έχει καταστεί περιεχόμενο των ατομικών συμβάσεων εργασίας του προσωπικού της ΕΤΕ.
  • Ότι το έτος 1995 καταργήθηκε η δυνατότητα μείωσης των επικουρήσεων κατόπιν απόφασης της ΔΕ του ΛΕΠΕΤΕ και έγκρισης του Δ/ντος Συμβούλου της εναγομένης και δεν υπόκειται πλέον στη διακριτική ευχέρεια των οργάνων διαχείρισης του ΛΕΠΕΤΕ η περικοπή του ύψους των καταβαλλόμενων επικουρήσεων στους δικαιούχους.
  • Ότι η ανάγκη χρηματοδότησης του ΛΕΠΕΤΕ προέκυψε το 2005 και οι ζημίες οι οποίες έπρεπε να καλυφθούν οφείλονταν μεταξύ άλλων στις αποφασισθείσες αυξήσεις των καταβαλλομένων επικουρήσεων σε όλους τους εξερχομένους.
  • Ότι η ανασυγκρότηση της Επενδυτικής Επιτροπής του ΛΕΠΕΤΕ ώστε να συμμετέχουν σε αυτή δύο υψηλόβαθμα διευθυντικά στελέχη της ΕΤΕ και να συνεργάζονται με το Δ/ντα Σύμβουλο της ΕΤΕ και Πρόεδρο της ΔΕ του ΛΕΠΕΤΕ, έγινε με προσπάθεια την οικονομική ενδυνάμωση του ΛΕΠΕΤΕ με επενδυτικές κινήσεις που οδήγησαν στην κατηγοριοποίησή του σε «επαγγελματία πελάτη».
  • Ότι ενώ μοναδικός σκοπός της Επιτροπής αυτής ήταν η επωφελής τοποθέτηση διαθεσίμων κεφαλαίων του λογαριασμού, αυτά διατέθηκαν αποκλειστικά σε μετοχές της ΕΤΕ με αποτέλεσμα, όταν με την πάροδο των ετών μειώθηκε ραγδαία η αξία των εν λόγω μετοχών, να μειωθούν αναλόγως τα αποθεματικά του και να σημειωθούν τα πρώτα ταμειακά ελλείμματά του.
  • Ότι στην οικονομική αποδυνάμωσή του συνέτειναν περαιτέρω οι επιχειρηματικές αποφάσεις της τράπεζας να εξαγγείλει προγράμματα εθελουσίας εξόδου των εργαζομένων της για να επιτύχει μείωση των δαπανών της από μισθολογικό κόστος και ότι από την εφαρμογή αυτών των προγραμμάτων ο ΛΕΠΕΤΕ απώλεσε σημαντικό ποσοστό των πόρων του.
  • Ότι από το έτος 2005 και μετά τα έξοδα του λογαριασμού άρχισαν να υπερβαίνουν βαθμιαία τα έσοδά του, γεγονός που οδήγησε σε κίνδυνο βιωσιμότητάς του και σε οξύ πρόβλημα ταμειακής ρευστότητας ως προς την απρόσκοπτη καταβολή των μηνιαίων επικουρήσεων στους δικαιούχους.
  • Ότι από το έτος 2007 έως το έτος 2017 ακολουθήθηκε αδιάλειπτη χρηματοδότηση του λογαριασμού εκ μέρους της ΕΤΕ με την καταβολή πέραν της εισφοράς της 9 %, των απαιτούμενων κάθε φορά ταμειακών ελλειμμάτων του λογαριασμού, ώστε να καθίσταται εφικτή η συνέχιση καταβολής των προβλεπόμενων επικουρήσεων στους δικαιούχους του ΛΕΠΕΤΕ.
  • Ότι για τις ανωτέρω καταβολές καταρτίσθηκαν “ιδιωτικά συμφωνητικά” συμβάσεων δανείων. Αυτές οι επικαλούμενες από την ΕΤΕ συμβάσεις δανείων είναι άκυρες καθώς καταρτίσθηκαν εκ μέρους της με αντισυμβαλλόμενο το ΛΕΠΕΤΕ, ο οποίος ως μη αυτοτελές νομικό πρόσωπο δεν διαθέτει νομική προσωπικότητα ούτε ικανότητα διαδίκου και ως εκ τούτου στερείται δικαιοπρακτικής ικανότητας για την ανάληψη συμβατικής ευθύνης από την κατάρτιση δανείου.
  • Ότι ακόμα και αν υποτεθεί ότι συνήφθησαν οι ανωτέρω συμβάσεις θα ήταν εικονικές και άρα άκυρες. Στην πραγματικότητα δε, αυτές αποτελούσαν οικειοθελείς παροχές της ΕΤΕ.
  • Ότι από τη γενική, μακροχρόνια και ομοιόμορφη συμπεριφορά της εναγομένης να καλύπτει επί 11 τουλάχιστον συναπτά έτη τα ταμειακά ελλείμματα του ΛΕΠΕΤΕ καταρτίσθηκε μεταξύ ΕΤΕ και εργαζομένων σιωπηρή συμφωνία, δυνάμει της οποίας η εναγομένη δεσμεύτηκε να χρηματοδοτεί και στο μέλλον το λογαριασμό. Με την αιφνίδια διακοπή του ΛΕΠΕΤΕ αθέτησε η ΕΤΕ τη συμβατική της υποχρέωση.
  • Ότι απορρίπτονται οι ισχυρισμοί της εναγομένης περί έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης και εννόμου συμφέροντος των εναγόντων, καθώς και έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης της ίδιας ως ουσιαστικά αβάσιμοι, καθώς προέκυψε από τα ανωτέρω αποδειχθέντα η ικανότητα και το άμεσο έννομο συμφέρον του καθενός δικαιούχου να διεξαγάγει ατομικά τη δίκη, αφού ο ΛΕΠΕΤΕ στερείται νομικής προσωπικότητας.
  • Ότι αναγνωρίζει την υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλλει σε κάθε ενάγοντα από τον Ιανουάριο του έτους 2018 και εντεύθεν την καθορισμένη μηνιαία επικουρική παροχή, πλέον της μηνιαίας επικούρησης κατ’ έτος ως επίδομα δώρου Χριστουγέννων, της μισής μηνιαίας επικούρησης κατ’ έτος ως επίδομα δώρου Πάσχα και της μισής μηνιαίας επικούρησης κατ’ έτος ως επίδομα αδείας.
  • Ότι υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλει από τον Ιανουάριο του έτους 2018 και εντεύθεν το ποσό επικούρησης που δικαιούται και ελάμβανε κάθε ενάγων μέχρι και το Νοέμβριο του έτους 2017 από την τράπεζα μέσω του ΛΕΠΕΤΕ.

Σας διαθέτουμε συνημμένα την Πρόσκληση Συμμετοχής στην αίτηση ακυρώσεως κατά του Νόμου Βρούτση, η οποία θα κατατεθεί από τη Δικηγορική μας Εταιρεία. Η Προθεσμία συμμετοχής ισχύει αυστηρά έως τις 30/5/2020. Με την παρέλευση της προθεσμίας συμμετοχής θα λάβετε την Οικονομική μας Προσφορά.

Για την εκδήλωση ενδιαφέροντος μπορείτε είτε να μας αποστείλετε e-mail στο [email protected] , είτε να επικοινωνήσετε μαζί μας τηλεφωνικά από Τρίτη 12/5/2020. Όσοι έχετε ήδη εκδηλώσει το ενδιαφέρον σας για συμμετοχή μέσω e-mail, δεν απαιτείται η επανάληψη αυτού.

Είμαστε πάντα στη διάθεση σας.

Με Εκτίμηση,

Kyros Law Offices

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΚΥROS LAW OFFICES – ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΟΜΟ ΒΡΟΥΤΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΛΕΠΕΤΕ

Δείτε τις νέες Προθεσμίες και καταθέστε τις αιτήσεις για συμμετοχή στις παρακάτω 3 ομαδικές αγωγές:

1.      ΝΕΑ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΣΤΗΝ  2η ΟΜΑΔΙΚΗ ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΣΤΗΝ ΔΙΕΘΝΗ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ (οσων ζημιώθηκαν στο BAIL IN της Κυπρου το 2013, καταθετών, ομολογιούχων –κατόχων αξιογράφων ΛΑΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ & ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΜΑΕΚ, ΜΑΚ κλπ) η 1η Αυγούστου 2020

2.      ΝΕΑ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟΥ ΒΡΟΥΤΣΗ (Συνταξιούχων ΕΤΕ – Δικαιούχων ΛΕΠΕΤΕ) η 1η Ιουνίου 2020

3.      ΝΕΑ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣΣΤΙΣ ΟΜΑΔΙΚΕΣ ΑΓΩΓΕΣ ΤΗΣ FOLLI  η 1η Ιουνίου 2020

ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΛΕΠΕΤΕ

ΝΕΑ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟΥ ΒΡΟΥΤΣΗ (Συνταξιούχων ΕΤΕ – Δικαιούχων ΛΕΠΕΤΕ) η 1η Ιουνίου 2020
Αρχική προθεσμία για εκδήλωση ενδιαφέροντος – 30η Απριλίου

Όπως γνωρίζετε το δικηγορικό μας γραφείο, όταν δημοσιεύθηκε ο νόμος Πετρόπουλου (αρ.24 του ν.4618/2019) για το ΛΕΠΕΤΕ, επισημάναμε αμέσως ότι θίγει τα θεμελιωμένα δικαιώματα των συνταξιούχων της ΕΤΕ από τον Ειδικό Κανονισμό Επικούρησης στην επικουρική παροχή και ότι έχει προβλήματα συνταγματικότητας λόγω του τρόπου υπολογισμού της παροχής και δηλώσαμε ευθύς ότι θα προσφύγουμε για την ακύρωση εκείνων των διατάξεων που προσβάλουν τα δικαιώματα των συνταξιούχων.

Έτσι, εν μέσω σφοδρών αντιδράσεων για την απόφασή μας αυτή, αλλά και «πανηγυρισμών» από πολλές πλευρές για την νομοθετική ρύθμιση,  με μικρή ομάδα συνταξιούχων, που επωμίστηκαν το οικονομικό κόστος μαζί με το γραφείο μας, ασκήσαμε παρέμβαση στο ΣτΕ γα την απόρριψη της Αίτησης Αναστολής της ΕΤΕ με την οποία επεδίωκε να μην ισχύσει ο νόμος Πετρόπουλου και να μην πληρώνεστε. Εξ αιτίας αυτής της παρέμβασής μας και της σφοδρής αντιπαράθεσής μας με την τράπεζα, απορρίφθηκε η αίτηση αναστολής της τράπεζας με την υπ’αρίθμ.184/2019 απόφαση ΣτΕ, με αποτέλεσμα να ισχύσει ο νόμος Πετρόπουλου και να καταβάλλεται μέρος της επικουρικής παροχής σε όλους τους δικαιούχους της.

Παράλληλα ασκήσαμε και αίτηση ακυρώσεως μέρους των διατάξεων του νόμου Πετρόπουλου και δη εκείνων που θίγουν τα συμφέροντά σας.

Ως προς τους λόγους ακυρώσεως αναλυτικότερα, έχουμε αναφερθεί σε παλαιότερες αναρτήσεις μας.

Η αίτηση αυτή επρόκειτο να συζητηθεί στις 6/3/2020 αλλά αναβλήθηκε για τις 8 Μαίου 2020, κατόπιν κοινής αιτήσεως δημοσίου-τράπεζας εν όψει επκληθείσης εκ μέρους τους αντικαταστάσεως του άρθρου 24 του ν.4618/2019 με νέα ρύθμιση που θα τροποποιούσε τον τρόπο υπολογισμού της παροχής.

Στο αίτημα αναβολής εναντιωθήκαμε, προτάσσοντας στο ΣτΕ ότι τα ζητήματα που έχουμε θέσει με την αίτηση ακυρώσεως είναι ουσιώδη, κάποια από αυτά εκκρεμούν και στον Αρειο Πάγο και πρέπει να κριθούν οπωσδήποτε και για λόγους οικονομίας της δίκης αφού, όποια νέα νομοθετική ρύθμιση και αν γίνει, αν έχει τα ίδια ελαττώματα και επαναλαμβάνει τις ίδιες ή παρεμφερείς αντισυνταγματικές ρυθμίσεις, θα πάσχει ακυρότητας και θα πρέπει να προσβληθεί εκ νέου. Οπότε με την αναβολή δεν λύνονται τα προβλήματα του νόμου, απλώς μετατίθεται χρονικά η αντιμετώπισή τους  σε βάρος των συνταξιούχων.

Παράλληλα, γνωρίζετε ότι στις 17/12/2019 συζητήσαμε στον Άρειο Πάγο, την αίτηση αναιρέσεως της ΕΤΕ κατά της 2048/2018 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, από το αποτέλεσμα της οποίας κρίνονται πολλά. Μας χαροποιεί το γεγονός ότι παρά την αρχική καταστροφολογία, οι εκτιμήσεις των περισσότερων για το αποτέλεσμα της δίκης είναι θετικές. Ενθαρρυντικό και «τονωτικό» για το «ηθικό» όλων, θεωρούμε και το γεγονός ότι εξακολουθούν να δημοσιεύονται θετικές αποφάσεις από τα πρωτοδικεία, αλλά ως γνωστόν ο Αρειος Πάγος δεν «επηρεάζεται» από κατώτερα δικαστήρια.

Εν όψει των παραπάνω, είναι προφανές ότι το γραφείο μας που είναι εξ αρχής και με σειρά ενεργειών του στην πρώτη γραμμή της μάχης για την υπόθεση του ΛΕΠΕΤΕ, θα συνεχίσει στην ίδια «γραμμή» και θα προσβάλλουμε με αίτηση ακυρώσεως και την νέα νομοθετική διάταξη του άρθρου 63 του ν. Βούρτση για τους ίδιους λόγους που  προσβάλαμε και την προηγούμενη (νόμος Πετρόπουλου).

Όσοι επιθυμείτε να συμμετέχετε στην νέα αίτηση ακυρώσεως που θα καταθέσουμε, ευθύς ως αυτό καταστεί δυνατό λόγω και της παρούσας συγκυρίας και δημοσιευθούν οι σχετικές υπουργικές αποφάσεις, θα πρέπει να εκδηλώσετε αρχικά το ενδιαφέρον σας με αποστολή e-mail στο γραφείο μας ([email protected]), ώστε να διαμορφωθεί οικονομική πρόταση, ανάλογη του αριθμού των ενδιαφερομένων.

ΝΕΑ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟΥ ΒΡΟΥΤΣΗ (Συνταξιούχων ΕΤΕ – Δικαιούχων ΛΕΠΕΤΕ) η 1η Ιουνίου 2020
Δεδομένης της συγκυρίας (αναστολή προθεσμιών κλπ), ως αρχική προθεσμία για την εκδήλωση ενδιαφέροντος ορίζεται η 30η Απριλίου 2020.

Ευχόμαστε υγεία και καλή δύναμη σε όλους και ως γνωστόν .. χαμένος αγώνας είναι αυτός που δεν δόθηκε ποτέ